Τι και γιατί μου άρεσε από την ομιλία του κ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ


Η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ ήταν μια παρουσία ηγετική. Με την αυτοπεποίθηση αλλά και τη συναίσθηση ευθύνης του αυριανού Πρωθυπουργού, ο Πρόεδρος της ΝΔ ξεδίπλωσε τα βασικά σημεία της πρότασής του για την ανασυγκρότηση και βελτίωση της ελληνικής πραγματικότητας. Και πολλά απ’ αυτά που είπε ήταν όχι μόνο ενδιαφέροντα και αρεστά, αλλά και πολιτικώς ορθολογικά και αναγκαία.



Μου άρεσε, πάντως, που το είπε ανοιχτά, και δη στην αρχή της ομιλίας του, ότι το ‘‘κοινωνικό συμβόλαιο’’ και η σχέση εμπιστοσύνης κράτους-πολίτη στη σημερινή Ελλάδα έχει διαρραγεί. Γιατί πρέπει να καταλάβουμε τα βαθύτερα αίτια της τελματωμένης κατάστασής μας, να εντρυφήσουμε σε έναν δύσκολο και ‘‘καθαρτικό’’ αγώνα συλλογικής αυτοσυνειδησίας και να απαλλαγούμε από τα αποπροσανατολιστικά διλήμματα του απώτερου και πρωταρχικώς του πρόσφατου παρελθόντος.

Μου άρεσε που διακήρυξε ότι το ‘‘νέο συμβόλαιο εμπιστοσύνης’’ της Πολιτικής με την ελληνική κοινωνία θα πρέπει να στυλώνεται ‘‘στην αξιοκρατία και στην αξιολόγηση παντού’’. Από τη δημόσια διοίκηση μέχρι τα Πανεπιστήμια. Γιατί η ανάσυρση στην κοινωνικο-πολιτική επιφάνεια των ‘‘άξιων και των ακέραιων’’ θα είναι η ‘‘πρώτη ύλη’’ για να δομηθεί η Ελλάδα των συμμαχιών και των νεωτερισμών και να εκπαραθυρωθεί αυτή του διχασμού, της μιζέριας και της πόλωσης.

Μου άρεσε που αποκήρυξε τους ‘‘διορισμούς και τις παροχές’’ από το το βασικό επίκεντρο του πολιτικού συστήματος και την ουσία της Πολιτικής και προέταξε τον στόχο της ‘‘δημιουργίας ευκαιριών για όλους’’. Γιατί οι ευκαιρίες καταξιώνουν τις ανθρώπινες προσωπικότητες, καθιστούν δυνατή την κοινωνική κινητικότητα (την αλλαγή επιπέδου στην κοινωνική διαστρωμάτωση), είναι το θεμέλιο για την ατομική προκοπή και για την κοινωνική ισορροπία και συνοχή.

Μου άρεσε που στην κεντρική πολιτική του φιλοσοφία τοποθετεί την ‘‘παραγωγή πλούτου’’ και όχι την ‘‘αναδιανομή της μιζέριας’’. Γιατί η αύξηση του παραγόμενου εθνικού προϊόντος, η υγιής επιχειρηματικότητα και η εξωστρέφεια της Οικονομίας θα φέρουν την αλλαγή, θα τερματίσουν την εικόνα της ‘‘Ελλάδας – Παρία’’ της Διεθνούς Κοινότητας και θα αποκαταστήσουν το συλλογικό κύρος μας και το δια-ατομικό φρόνημα μας.

Μου άρεσε που 30 φορές στην ομιλία του (τουλάχιστον τόσες μέτρησα εγώ) αναφέρθηκε στο μεγάλο σύγχρονο και αποφασιστικό ζητούμενο, που δεν είναι άλλο από τις επενδύσεις. Γιατί οι δημόσιες και κυρίως οι ιδιωτικές επενδύσεις, αν είναι πολυθεματικές, στοχευμένες και αξιολογημένες, δημιουργούν και ικανό πλούτο και διευρυμένο αριθμό θέσεων εργασίας. Αν δε, όπως τόνισε, λειτουργήσει σωστά και τεχνοκρατικά η νέα αδειοδοτική Αρχή σε επίπεδο Υφυπουργού που θα ‘‘απεμπλέκει’’ όλες τις σημαντικές επενδύσεις, θα πολεμηθεί η γραφειοκρατία και θα ‘‘παγκοσμιοποιηθεί’’ το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι ξανά ελκυστική για την εισροή επενδυτικών κεφαλαίων.

Μου άρεσε που κατά την πολιτική του αντίληψη αυτές οι επενδύσεις δεν θα αποτελούν ούτε καν θα στηρίζουν ένα μοντέλο κρατικοδίαιτου καπιταλισμού και ότι υπό την αυριανή ηγεσία του θα τελειώσουμε με την Πολιτεία στην οποία θα πρυτανεύει ο παρισιτικός κρατισμός. Γιατί η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι ο βασικός και ζωογόνος μοχλός της προόδου και, αντιθέτως, ο κρατισμός και ο λαϊκισμός έφεραν τη Χώρα σε ηθική και οικονομική χρεοκοπία.

 Μου άρεσε που το βασικό αφήγημα της Πολιτικής του είναι η μείωση της Φορολογίας σε επιλεγμένα πεδία και κατ’ εξειδικευμένη κοστολόγηση. Γιατί η υπερφορολόγηση ‘‘γονάτισε’’ όλους τους Έλληνες και κυρίως τη μεσαία τάξη, απονεύρωσε την οικονομική μας προοπτική και της αφαίρεσε κάθε αναπτυξιακή δυναμική και συνιστά την κύρια ‘‘αντένδειξη’’ της οικονομικής απελευθέρωσης και προόδου. Και γιατί, αντιστρόφως, η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης θα ενισχύσει τη φορολογική συνείδηση της ευρείας κοινωνικής βάσης.

Μου άρεσε που ανήγγειλε -εξηγώντας πώς θα καταφέρει την άμβλυνση του σκληρού φορολογικού άχθους- ότι θα επιδιώξει την περιστολή και το συμμάζεμα των κρατικών δαπανών έως και 2 δισ. Γιατί μόνο όταν το κράτος είναι ευέλικτο και ‘‘μετρημένο’’, μπορεί να διευκολύνει την οικονομική δράση, να εδραιώσει την κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή και να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στον υπαρξιακό του ρόλο.

Μου άρεσε που δεν ασπάζεται τη Λογική των υπερπλεονασμάτων, ως ‘‘αφετηρία της σχέσης’’ και ‘‘καταληκτική συνεννόηση’’ με τους δανειστές της Χώρας.  Γιατί αυτή η Λογική περιορίζει και παρακωλύει τις δύο βασικές πολιτικές επιλογές της ανασύνταξης και επανεκκίνησης της Οικονομίας (μείωση φορολογίας, συγκράτηση και ποιοτικότερη κατανομή κρατικών δαπανών), μας εγκλωβίζει στο σπιράλ μιας ανακυκλούμενης ύφεσης και ‘‘θάβει’’ τις αναπτυξιακές μας δυνατότητες.

Μου άρεσε που, καταργούμενου του διαβόητου ‘‘Νόμου Κατρούγκαλου’’, δείχνει αποφασισμένος να υλοποιήσει την πιο κρίσιμη μεταρρύθμιση στην Ιστορία του ασφαλιστικού μας συστήματος. Γιατί πολύ βάσιμα και λογικά το σύστημα αυτό έχει ανάγκη να αποκτήσει και κεφαλαιοποιητικά στοιχεία στη Λογική της προσωπικής ανταπόδοσης και να απεγκλωβιστεί από τη μονοτροπία της Αναδιανομής. Έτσι, τοποθετώντας στο επίκεντρο την ατομική εργασία, θα γίνει και πιο δίκαιο και κυρίως πιο βιώσιμο.

Μου άρεσε που βλέπει την Παιδεία ως αρχετυπικό πυλώνα που βοά για αλλαγές. Γιατί χρειάζεται η σύνδεση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με την Αγορά εργασίας, γιατί απαιτείται ‘‘αξιολόγηση παντού’’ για να πάμε μπροστά, γιατί θέλουμε Πανεπιστήμια ανοικτά, και όχι άβατα για κάθε λογής παράνομους και αντικοινωνικούς, και μαζί και τα Πρότυπα σχολεία. Και γιατί η ιδιωτική εκπαίδευση, και στο ανώτατο πεδίο, θα διασπείρει πανταχόθι το μήνυμα ότι το κράτος δεν μπορεί και ούτε πρέπει να είναι ο μόνος φορέας πρόσδοσης της Γνώσης και ο αποκλειστικός ‘‘διανομέας’’ της, αλλά βασικά ο ρυθμιστής του θεσμικού πλαισίου και ο εγγυητής της πολύπλευρης παροχής της.

Μου άρεσε που εξήγγειλε τη μεταφορά της είσπραξης και διαχείρισης του ΕΝΦΙΑ στους Δήμους. Γιατί εδώ στην Ελλάδα η Τοπική Αυτοδιοίκηση χειρίζεται ποσά που αντιστοιχούν μόνο στο 1/3 αυτών που διαχειρίζονται αντίστοιχες διοικήσεις στα κράτη της Ευρώπης. Γιατί ήρθε η ώρα για την απαγκίστρωση της Αυτοδιοίκησης από το κεντρικό κράτος, την ουσιαστική επανοηματοδότηση του ρόλου της, τον αληθινό ‘‘εξοπλισμό’’ της με κινητήρια για δράσεις κεφάλαια και τη γενική μεγέθυνση, λόγω της αμεσότητας της Τ.Α., του βαθμού λογοδοσίας των Αρχών προς τους πολίτες.

Μου άρεσε που δεν αποδέχεται σε καμία περίπτωση την υποτιθέμενη ‘‘μακεδονική’’ εθνικότητα και γλώσσα των γειτόνων μας. Γιατί είναι μέγα εθνικό, πολιτικό και πολιτιστικό θέμα η προσήλωση στην ιστορική αλήθεια και στην περηφάνια του Μακεδόνα Έλληνα. Μου άρεσε και το ότι χαρακτήρισε τη συμφωνία των Πρεσπών ‘‘ντροπιαστική’’ και ότι όταν θα έρθει για κύρωση στη Βουλή, η ΝΔ δεν θα την ψηφίσει, πράγμα που σημαίνει πρακτικά ότι αν αυτή είναι στη διακυβέρνηση του τόπου σε εκείνο το κρίσιμο χρονικό σημείο η Συμφωνία θα καταρριφθεί και η νέα εκ του μηδενός διαπραγμάτευση θα παράξει, δυνητικά, νέες πολυεπίπεδες εξελίξεις στο ζήτημα.

Μου άρεσε που μίλησε, επιτέλους, για την επέκταση του δικαιώματος ψήφου και στους έλληνες του Εξωτερικού. Γιατί αυτό καταδεικνύει πηγαίο σεβασμό σε όλους τους Έλληνες, όπου κι αν κατοικούν, γιατί η ‘‘ψήφος’’ δεν είναι μόνο ο στέρεος και ουσιαστικός τρόπος διασύνδεσης των Ελλήνων του Εξωτερικού με το ελλαδικό μητροπολιτικό κέντρο, αλλά πρωτίστως η απτή αναγνώριση των οικουμενικών διαστάσεων άπαντος του Ελληνισμού.

Μου άρεσε που μίλησε για την τέταρτη ‘‘Βιομηχανική Επανάσταση’’, για την επανάσταση της ‘‘τεχνητής νοημοσύνης’’, την ολοένα και αυξανόμενη σημασία της βιοτεχνολογίας, της καθαρής ενέργειας, των αυτοκινούμενων οχημάτων, ‘‘καταστάσεις’’ στις οποίες επ’ ουδενί δεν θα δύναται να ανταποκριθεί η Ελλάδα των χαμηλών μισθών, της χαμηλής καινοτομίας και των χαμηλών δεξιοτήτων. Γιατί έδειξε να αντιλαμβάνεται το τρέχον παγκόσμιο γίγνεσθαι, τις ιστορικές κατευθύνσεις που αυτό λαμβάνει μέσα από την εκρηκτική πρόοδο της Τεχνολογίας, τα διλήμματα αλλά και τα προτάγματα των πολιτικών στοχεύσεων που πρέπει να ακολουθήσουν οι ηγέτες των χωρών μέσα από τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς και την οικονομική πραγματικότητα που ήδη έρχεται.

Μου άρεσε που το βλέμμα του είναι στραμμένο στα παγκόσμια πρότυπα παραδείγματα επιτυχίας και στις διεθνείς καλές πρακτικές. Γιατί έχει νόημα όχι μόνο να ψηλαφήσουμε αλλά και να εφαρμόσουμε το  μοντέλο της ‘‘e-Εσθονίας’’ παρά να συνταυτιζόμαστε και να ακολουθούμε τον δρόμο της Βενεζουέλας…

Μου άρεσε που δια των αλγόριθμων και του μέλλοντος παγκόσμιου αντίκτυπού τους φάνηκε να γνωρίζει καλά για τον Yuval Noah Harari, μου άρεσε που αναφέρθηκε και στον Κώστα Αξελό. Γιατί έδειξε ότι διαβάζει. Και γιατί όποιος διαβάζει δεν έχει απλά την ευχέρεια να διακρίνει ακαριαία επί παραδείγματι τη διαφορετικότητα της ‘‘Λέσβου’’ από την ‘‘Μυτιλήνη’’, αλλά και την ‘‘ευλογία’’ να οραματίζεται.

Μου άρεσαν και άλλα πολλά, αλλά σίγουρα το στίγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πια ξεκάθαρα σαφές. Αυτό που μένει είναι να μας πει με ποιο πολιτικό προσωπικό θα αποπειραθεί να αλλάξει την Ελλάδα. ‘‘Μπορούμε’’, ήταν το οφθαλμοφανές και συμβολικό σύνθημα, αλλά με ποιους στα καίρια πόστα της εκτελεστικής εξουσίας και ποιους στο Κοινοβούλιο; Γιατί με την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα θα φανεί αν πραγματικά ‘‘μπορούμε’’, τουλάχιστον όσον αφορά τον ρόλο και το κομμάτι ευθύνης των πολιτικών.

Και κατά δεύτερον λόγο, μένει να δούμε στην πράξη αν θα είναι ‘‘εμπροσθοβαρής’’ η εφαρμογή όλων αυτών των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχει κατά ‘‘προγραμματισμένο’’ νου. Γιατί, ας μην αυταπατώμεθα, μέσα στο πρώτο εξάμηνο διακυβέρνησης Μητσοτάκη θα φανεί αν η Ελλάδα ‘‘θέλει’’ και ‘‘μπορεί’’ να αλλάξει. Η θετική απάντηση σε τούτο είναι ίσως η μόνη ιστορικο-πολιτική μας διέξοδος….

Κατερίνη, 18-9-2018

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Δικαιολογητικά αποστρατείας στελεχών Στρατού ξηράς

Ώρες λειτουργίας για το Β' Κοιμητήριο Δήμου Κατερίνης